stoTapsi

A+ A A-
Γράφει ο Βασίλης Μασσαλάς, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ
Massalas Vasilis 2Θα συμφωνήσω εξαρχής με όσους υποστηρίζουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας χειρίστηκε το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων με κύριο στόχο, όχι την λύση του προβλήματος, αλλά για να δημιουργήσει προβλήματα στην αντιπολίτευση, και ειδικά στη Ν.Δ. Ο κύριος Μητσοτάκης αντέδρασε γρήγορα, απομονώνοντας φιλελεύθερες απόψεις από τον πολιτικό του χώρο του που πιθανότατα θα υποστήριζαν μια συμβιβαστική λύση, και επιβάλλοντας την συντηρητική, εθνικιστική άποψη της πλειοψηφίας στο κόμμα του. Η Φώφη Γεννηματά υπέκυψε στις συντηρητικές απόψεις τμήματος του Πασοκ, φοβούμενη το πολιτικό κόστος, και παρόλο που οι υπόλοιπες δυνάμεις που στήριξαν το Κιναλ διαφωνούσαν, πήρε θέση κατά της συμφωνίας, οδηγώντας, καταρχάς το Ποτάμι σε αποχώρηση, και τέλος, με την διαγραφή της Δημαρ μετά την απόφαση της Κ.Ε, ουσιαστικά στην διάλυση του Κιναλ.
Από την στιγμή που οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές, με την εκλογή Ζάεφ στα Σκόπια, και με την πίεση των συμμάχων μας για ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο κύριος Τσίπρας, αν πραγματικά σκόπευε στην λύση του εθνικού θέματος, έπρεπε να καλέσει συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, και να κάνει εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης, αξιοποιώντας το καλύτερο δυναμικό της Χώρας μας, θέτοντας σαν όρο ότι το θέμα είναι εθνικό και δεν πρέπει να γίνει θέμα πολιτικής εκμετάλλευσης από καμία πολιτική δύναμη. Εάν είχε γίνει αυτό, σήμερα θα βρισκόμασταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση, και πιθανότατα θα είχαμε λύσει το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων.
Οι λόγοι που με κάνουν να υπερασπίζομαι την συνθήκη των Πρεσπών, πέρα από την ευνοϊκή συγκυρία, την οποία δεν μπορούμε να ξέρουμε πότε θα την έχουμε ξανά, είναι οι παρακάτω.
• Όσο πιο σύντομα λυθεί το πρόβλημα είναι στην θετική κατεύθυνση, επειδή, πέρα από τα οφέλη της καλής γειτονίας, της συνεργασίας σε πολλά επίπεδα, των οικονομικών συναλλαγών που σε σχέση με τα Σκόπια έχουμε το πάνω χέρι, κάθε μεταγενέστερη συμφωνία πιστεύω ακράδαντα πως θα είναι σε όφελος των Σκοπίων. Αν συγκρίνουμε την σημερινή κατάσταση με το 1993, όταν είχαμε την δυνατότητα για λύση, βρισκόμαστε σε πολύ χειρότερη θέση, με την γειτονική Χώρα να έχει αναγνωριστεί από την πλειοψηφία των χωρών του κόσμου με το συνταγματικό της όνομα και μάλιστα μονοπωλώντας το, σκέτο Μακεδονία.
• Από γεωπολιτική άποψη η βασική απειλή για την Ελλάδα προέρχεται εξ ανατολάς, από μία Τουρκία που συνεχώς οξύνει τις διεκδικήσεις της σε Κύπρο και Αιγαίο, και με μια ισχυρή πολιτική ηγεσία που κάθε άλλο παρά φιλική και συζητήσιμη είναι. Επομένως πρέπει σαν Χώρα να κλείσουμε τις εκκρεμότητες που έχουμε με τους γείτονες στον Βορρά, και να παλέψουμε να ενταχθούν σε ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτρέποντας να τους στείλουμε στη αγκαλιά, και να μετατραπούν σε προτεκτοράτο της Ρωσίας, η ακόμη χειρότερα σε ζώνη επιρροής της Τουρκίας, η οποία έχει την δυνατότητα με επενδύσεις στα Σκόπια, να κυριαρχήσει οικονομικά στην διπλανή χώρα.
• Τα τελευταία χρόνια έχουμε εξαντλήσει σαν Χώρα ένα τεράστιο διπλωματικό κεφάλαιο για το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, ενώ το χρειαζόμαστε για σημαντικά εθνικά θέματα, είτε για τις σχέσεις μας με την Τουρκία, είτε για την Κύπρο, είτε για τις δανειακές συμβάσεις με τους εταίρους, είτε για το μεταναστευτικό. Και βέβαια παντού στον Κόσμο μας αντιμετωπίζουν σαν κακομαθημένα παιδιά, μην μπορώντας να κατανοήσουν την ιδιαίτερη ευαισθησία που έχουμε σαν λαός για το όνομα της Μακεδονίας.
• Σε κάθε συμφωνία δύο μερών είναι δεδομένο ότι θα γίνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις. Μόνο σε περιπτώσεις πολέμου είναι δυνατόν να επιβάλλει ένα μέρος τις θέσεις του κυριαρχώντας του ηττημένου. Ο καλύτερος τρόπος για να μην υπάρξει συμφωνία, είναι να επεκτείνει κάθε μέρος τις κόκκινες γραμμές του, πέρα από το σημείο που είναι η τελευταία γραμμή άμυνας του αντιπάλου. Η συμφωνία των Πρεσπών εκτιμώ ότι έφθασε στο οριακό σημείο κάθε πλευράς και δύσκολα θα μπορέσει οποιαδήποτε μελλοντική διαπραγμάτευση να υπερβεί αυτό το όριο.

Το τελευταίο σημείο θεωρώ ότι απαιτεί επιπλέον ανάλυση για να δούμε τα οφέλη και τις ζημιές κάθε πλευράς.
Από τα τέλη του 18ου αιώνα και μετά, όταν αρχίζουν και διαμορφώνονται τα έθνη κράτη στην Ευρώπη, η Μακεδονία αποτελεί τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και κατοικείται από έναν πολυποίκιλο πληθυσμό, που αποτελείτε από Έλληνες, Τούρκους, Σλάβους, Αλβανούς, Εβραίους. Με τους βαλκανικούς πολέμους απελευθερώνεται από την Τουρκία και διαμοιράζεται το νότιο και μεγαλύτερο μέρος στην Ελλάδα, το Βόρειο στα σημερινά Σκόπια και ένα μικρό μέρος στην Βουλγαρία. Στο ελληνικό κομμάτι επέρχεται μια σχετική ομογενοποίηση του πληθυσμού, μετά την ανταλλαγή πληθυσμών και την έλευση σημαντικού αριθμού Ελλήνων ποντίων και μικρασιατών, παραμένοντας όμως ένα σημαντικό κομμάτι πληθυσμού που μιλάει μια νοτιοσλαβική γλώσσα, πιο κοντινή στα βουλγάρικα, οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως Μακεδόνες ορθόδοξοι, και μάλιστα ανήκοντες στο οικουμενικό πατριαρχείο και όχι την εξαρχική εκκλησία της Βουλγαρίας, που δικαιολογεί την αντίδρασή τους, απέναντι στη προσπάθεια οικειοποίησης τους από την Βουλγαρία.
Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο δημιουργείται από τον Τίτο, η ομόσπονδη Γιουγκοσλαβία, που ένα από τα ομόσπονδα κράτη που την αποτελούν είναι και η Δημοκρατία της Μακεδονίας, όπως ακριβώς και οι Δημοκρατίες της Σλοβενίας, της Κροατίας, κλπ. Από τότε, και για πάνω από εβδομήντα χρόνια, οι κάτοικοι αυτής της χώρας ονομάζονται μακεδόνες και μιλούν την μακεδονική γλώσσα, και αυτά αποτελούν συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς τους, και επομένως αποτελούν πιθανότατα την γραμμή άμυνας που έχουν στην διαπραγμάτευση. Ανάφερα την Κροατία προηγουμένως, επειδή θυμάμαι χαρακτηριστικά τον Ντράζεν Πέτροβιτς, που έπαιζε μεν στην εθνική μπάσκετ της Γιουγκοσλαβίας, αλλά πάντα αυτοπροσδιοριζόταν σαν Κροάτης.
Κάνοντας μια στοιχειώδη ιστορική ανάλυση μπορούμε να καταλήξουμε, στις παραμέτρους που έμπαιναν από τα δύο μέρη σαν κόκκινες γραμμές και σαν τελευταία αμυντική γραμμή. Για την Ελλάδα η γραμμή άμυνας ήταν και παραμένει, ότι δεν υπάρχει μια ενιαία Μακεδονία, όπως διατείνονται οι Σκοπιανοί, αλλά υπάρχει μια Σλαβική η Βόρεια Μακεδονία, και η Μακεδονία που είναι αποκλειστικά Ελληνική. Επίσης ότι δεν υπάρχει καμιά σχέση του σημερινού κράτους των Σκοπίων με την αρχαία Μακεδονία και τα σύμβολά της, τον Μέγα Αλέξανδρο η το αστέρι της Βεργίνας, και ότι η γλώσσα τους δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία Μακεδονία αλλά είναι μια πολύ πιο σύγχρονη νοτιοσλαβική γλώσσα. Η ύπαρξη η μη σλαβομακεδονικής μειονότητας στη Ελλάδα, άποψη που υποστήριζε το Ουράνιο Τόξο, αποτελούσε την κόκκινή μας γραμμή, για να αποφύγουμε πιθανές εκφράσεις αλυτρωτισμού στο μέλλον. Για τους σκοπιανούς αντίστοιχα, η τελευταία αμυντική τους γραμμή ήταν ότι και αυτοί είναι Μακεδόνες και ότι μιλούν την Μακεδονική γλώσσα.
Από τα παραπάνω εκτιμώ ότι η συμφωνία που κάναμε είναι σε θετική κατεύθυνση και μάλλον κερδισμένοι είμαστε. Η τελευταία παρατήρηση που θέλω να κάνω είναι, ότι θα προτιμούσα τον όρο Σλαβική Μακεδονία οπότε πιο εύκολα γλώσσα και εθνικότητα μπορούσαν να ονομάζονται Σλαβομακεδονική, όταν μιλάς παράδειγμα για κάποιον Κορεάτη συνήθως τον αποκαλείς απλά Κορεάτη και όχι Βορειοκορεάτη η Νοτιοκορεάτη. Το πρόβλημα όμως, που φαντάζομαι ότι αντιμετώπισαν οι διαπραγματευτές από την Ελληνική πλευρά, είναι ότι αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό από την διπλανή Χώρα, λόγω της ισχυρής Αλβανικής μειονότητας στα Σκόπια και την δύναμη που έχουν στο κοινοβούλιο της Χώρας τους, με αποτέλεσμα να μην έχουμε τελικά συμφωνία. Δεν είναι τυχαίο ότι στο Σκοπιανό κοινοβούλιο δεν πέρασε η Μακεδονική εθνότητα, παρόλο που εμείς είχαμε συμφωνήσει, αλλά απλώς η ιθαγένεια, επειδή οι Αλβανοί θεωρούν ότι η εθνότητά τους είναι η Αλβανική και όχι σλαβική. Αυτή είναι άλλη μια παράμετρος που μας δείχνει ότι αν είχαμε συμφωνήσει το1993, όταν η Αλβανική μειονότητα δεν ήταν οργανωμένη, θα είχαμε επιτύχει καλύτερο αποτέλεσμα για την Ελλάδα.
twitter-logo facebook-icon

Καλτσής Δημοσιογράφος


Ενωση Συντακτών

Ξιφασκία

nitsiakos maketa
logo pindos

informedia

Πνευματικά Δικαιώματα stotapsi.gr