Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Συμπληρώθηκαν ήδη 2,5 χρόνια από το απόγευμα της 1ης Φεβρουαρίου 2015, όταν η τρομερή κακοκαιρία που έπνιξε τα Τζουμέρκα πήρε μαζί της και το ιστορικό γεφύρι της Πλάκας. Η κινητοποίηση της οικογένειας Λούλη – η οποία χρηματοδότησε και την κατασκευή του γεφυριού το 1866 – ήταν άμεση προκειμένου να συνταχθούν οι φάκελοι και οι μελέτες αποκατάστασης ύψους 150.000 ευρώ.Παρά τις δηλώσεις του κ. Καχριμάνη το 2015 οτι «το έργο είναι ένα μεγάλο στοίχημα από το οποίο κανείς δεν παραιτείται» το γεφύρι της Πλάκας άρχισε να θυμίζει εκείνο της… Άρτας, το οποίο επίσης υφίσταται εργασίες στήριξης και αποκατάστασης αυτόν τον καιρό.
Τελικά χρειάστηκαν επτά φορείς, ανάμεσα στους οποίους και τρία Υπουργεία – για να επισκευαστεί ένα μνημείο! Την Προγραμματική Σύμβαση υπέγραψαν τον Μάιο του 2017 τα Υπουργεία Οικονομίας, Υποδομών και Πολιτισμού, η Περιφέρεια Ηπείρου, ο Δήμος Βορείων Τζουμέρκων, το ΤΕΕ Ηπείρου και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Ήδη οι αρμόδιοι κάνουν λόγο για δύο καλοκαίρια που θα πρέπει να περάσουν για να ολοκληρωθεί η τελική φάση αποκατάστασης – όπως καταλαβαίνουμε και τι δεν θα έδινε ο κ. Καχριμάνης να παραδοθεί το μνημείο τον Σεπτέμβριο του 2019 ενόψει αυτοδιοικητικών εκλογών .
Το περίεργο όμως της υπόθεσης είναι άλλο:
Στις 31 Οκτωβρίου θα τιμηθεί από τον Γάλλο Πρεσβευτή με το μετάλλιο του Ιππότη του Εθνικού Τάγματος της Αξίας της Γαλλικής Δημοκρατίας ο Παναγιώτης Παπανικόλας. Πρόκειται για τον κορυφαίο γεφυροποιό στην Ευρώπη, ο οποίος υπήρξε project manager για την Γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου, τις σήρραγγες της Παναγοπούλας και τις μεγάλες γέφυρες της Εγνατίας Οδού.
Στην Ήπειρο τόσο η φήμη όσο και το όνομα του κ. Παπανικόλα είναι γνωστά, καθώς κατάγεται από το Βασιλικό Πωγωνίου. Μάλιστα, ο τότε πρόεδρος της Εγνατίας Οδού Απόστολος Γούλας, ο οποίος τυγχάνει και συντοπίτης του κ. Καχριμάνη, επιστράτευσε με ομόφωνη αποφαση του ΔΣ τον κ. Παπανικόλα να αναλάβει την εξαιρετικά απαιτητική κατασκευή σηρράγων και γεφυριών στην Ήπειρο. Η συγκεκριμένη συνεργασία μάλιστα έγινε εν γνώση του κ. Καχριμάνη ο οποίος τότε ήταν νομάρχης Ιωαννίνων.
Όταν το γεφύρι της Πλάκας κατέρρευσε, ο επικεφαλής της Vinci σε συνέντευξή του στην Καθημερινή είχε προσφερθεί να βοηθήσει τόσο σε γνώση όσο και σε χρήμα προκειμένου να γίνει άμεσα η αποκατάστασή του.
«Είμαστε και εμείς γεφυροποιοί και τρέφουμε μεγάλο σεβασμό για τους μάστορες εκείνης της εποχής. Μπορούμε να διαθέσουμε μηχανικούς για να εξετάσουν τα θεμέλια του γεφυριού όταν κατέβουν τα νερά, να στηρίξουμε οικονομικά τη μελέτη και την ανακατασκευή, να προσφέρουμε τη μεγάλη μας εμπειρία στις σκαλωσιές. Θα βοηθήσουμε με όποιον τρόπο μας ζητηθεί», είχε αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Παπανικόλας. Έκτοτε κανένας δεν ενδιαφέρθηκε να τον καλέσει.
Ανάλογο ενδιαφέρον είχε δείξει τότε και η Πανελλήνια Ενωση Αρχιτεκτόνων. Φαντάζομαι ούτε για αυτούς βρέθηκε χρόνος.
Γιατί τα αναφέρω αυτά – γιατί αποδεικνύουν πως το βαθύτερο πρόβλημα της Ηπείρου είναι αυτό που κατ” επανάληψιν έχω χαρακτηρίσει ως «πολιτισμικό». Είναι αυτή η διαρκής ομφαλοσκόπηση, η οποία έχει γίνει κυριολεκτικά πολιτικό καθεστώς: Να δώσουμε δουλίτσες στους δικούς μας, να τα κάνουμε όλα «όπως ξέρουμε» να πετάμε το μπαλάκι των ευθυνών ο ένας στον άλλο. Το λέω γιατί το γεφύρι της Πλάκας δεν έπεσε μόνο του. Είχε ήδη υποστεί ρήγματα και τότε πάλι οι αρμόδιοι είχαν υποσχεθεί οτι θα συντηρούσαν το έργο. Τις υποσχέσεις τους τις παρέσυρε το Φεβρουράριο του 2015 ο Άραχθος.
Ζούμε στον 21ο αιώνα και μεγαλύτερο αγαθό από τη γνώση δεν υπάρχει. Βασικό χαρακτηριστικό της εξωστρέφειας και της ανάπτυξης είναι η αναγνώριση των ανθρώπων που έχουν αυτή την κατάρτιση και η χρήση τους σε κομβικές θέσεις προκειμένου να «φύγουμε» μπροστά. Πόσο μάλλον όταν τέτοιοι άνθρωποι έχουν ρίζες από αυτόν τον τόπο και διάθεση για προσφορά. Η Γαλλική Δημοκρατία τους παρασημοφορεί, η Περιφέρεια Ηπείρου τους αγνοεί.
Συνεπώς ρωτώ τους Ηπειρώτες και πιο συγκεκριμένα τους πολίτες της Άρτας και των Τζουμέρκων: Γιατί άνθρωποι που αναλαμβάνουν να πληρώσουν βάζοντας χρήματα, γνώσεις αλλά και πατριωτικό μεράκι αποκλείονται από αυτή τη διαδικασία και δεν ειδοποιήθηκαν καν για να συνεισφέρουν; Θα τους καλέσει κανείς έστω και τώρα;
Τα μνημεία της Ηπείρου έχουν αποδείξει πως είναι αιώνιοι μάρτυρες της μαστορικής των δημιουργών τους. Ορίζουν εδώ και αιώνες το τοπίο και μας θυμίζουν για πόσα θαυμάσια είμαστε ικανοί. Οι φθορές και η κατάρρευσή τους όμως τονίζουν οτι είναι ευάλωτα σε ένα μόνο πράγμα: Στην εγκληματική αδιαφορία όσων διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου, των οποίων τα έργα δεν έχω καταλάβει αν είναι προϊόν ανικάνοτητας ή άγνοια. Φοβάμαι πως είναι ο συνδυασμός τους.